Artikelliste
Όταν ακούμε τη λέξη μελάνωμα, το μυαλό μας πηγαίνει συνήθως στον γνωστό καρκίνο του δέρματος. Υπάρχει όμως και στο εσωτερικό του οφθαλμού ένας αντίστοιχος όγκος. Περί τίνος ακριβώς πρόκειται και πώς αντιμετωπίζεται θα αναφερθεί στην παρούσα δημοσίευση.
Χοριοειδής χιτώνας αποκαλείται η στιβάδα εκείνη του οπισθίου τμήματος του ματιού, που βρίσκεται κάτω από τον αμφιβληστροειδή χιτώνα. Μελάνωμα μπορεί να εμφανιστεί σε διάφορα σημεία του οφθαλμού, όπως στον επιπεφυκότα, στην ίριδα κ.ο.κ. Η συχνότερη όμως εντόπισή του, που αποτελεί και τον συνηθέστερο κακοήθη όγκο του οφθαλμού, είναι ο χοριοειδής χιτώνας.
Τι τον προκαλεί;
Δεν γνωρίζουμε τα ακριβή αίτια του καρκίνου αυτού. Φαίνεται πάντως ότι η υπέρμετρη έκθεση στο υπεριώδες φως του ηλίου παίζει πολύ σημαντικό ρόλο, όπως δηλαδή συμβαίνει και με το μελάνωμα του δέρματος. Ένας επιπρόσθετος παράγοντας κινδύνου για την εκδήλωση μελανώματος χοριοειδούς (επίσης κοινός και με τον αντίστοιχο καρκίνο του δέρματος) είναι το χρώμα της επιδερμίδας. Συγκεκριμένα φαίνεται να προσβάλει έως και 50 φορές συχνότερα άτομα λευκής επιδερμίδας συγκριτικά με άτομα σκουρόχρωμης επιδερμίδας.
Πώς γίνεται αντιληπτός;
Δυστυχώς ο όγκος αυτός δεν προκαλεί εξαρχής συμπτώματα, εκτός αν κατά τύχη η εντόπισή του είναι πολύ κοντά στην ωχρά κηλίδα ή το οπτικό νεύρο, οπότε η μείωση της όρασης, που θα προκαλέσει, θα θορυβήσει τον ασθενή και θα τον στείλει στον οφθαλμίατρο, όπου και θα γίνει η διάγνωση της κατάστασης. Στην πλειονότητα όμως των περιπτώσεων ο όγκος αυτός γίνεται δυστυχώς αντιληπτός είτε τυχαία σε έναν έλεγχο ρουτίνας είτε όταν μεγαλώσει αρκετά, ώστε να προσβάλει ζωτικές δομές του ματιού και να προκαλέσει συμπτώματα.
Ποιες εξετάσεις είναι πολύ σημαντικές;
Η πιο βασική εξέταση για τη διάγνωση του όγκου αυτού είναι η βυθοσκόπηση, δηλαδή η λεπτομερής εξέταση του οπισθίου τμήματος του ματιού. Αυτή συνήθως είναι αρκετή για να εντοπιστεί το πρόβλημα. Σε περιπτώσεις που δεν είναι ξεκάθαρη η διάγνωση, συνεπικουρούν και επιπρόσθετες εξετάσεις. Για παράδειγμα ο υπέρηχος βοηθάει στην μέτρηση των διαστάσεων του όγκου καθώς και στη διάκρισή του από καλοήθεις σπίλους του χοριοειδούς. Επίσης η φλουοροαγγειογραφία απεικονίζει ένα επιπρόσθετο αγγειακό δίκτυο, που αναπτύσσεται στις κακοήθειες αντίθετα με καλοήθεις όγκους.
Πώς αντιμετωπίζεται το μελάνωμα του χοριοειδούς;
Καταρχάς οφείλει να γίνει άμεσα το λεγόμενο staging, δηλαδή μια σειρά από εξετάσεις, που θα ελέγξουν αν τυχόν ο όγκος έχει ήδη προκαλέσει μεταστάσεις και σε ποια σημεία. Έτσι εξετάσεις, όπως ο υπέρηχος άνω-κάτω κοιλίας και η ακτινογραφία θώρακος, είναι εκ των ων ουκ άνευ, για την ανεύρεση τυχόν μεταστάσεων στα πιο συνηθισμένα όργανα, δηλαδή στους πνεύμονες και στο ήπαρ. Κατόπιν, για την αντιμετώπιση αυτού καθεαυτού του μελανώματος η πιο συνηθισμένη τεχνική είναι η ακτινοβόληση και πρακτικά η καταστροφή του. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί πχ με τη χρήση ειδικών applicator, που έχουν φορτωθεί με ειδικά στοιχεία (συχνότερα το ρουθήνιο και το ιώδιο), που ακτινοβολούν ενέργεια, η οποία “καίει” τον όγκο. Στις πιο βαριές και προχωρημένες περιπτώσεις μπορεί να χρειαστεί ακόμα και η εξόρυξη του οφθαλμού, αφού πρακτικά στόχος της θεραπείας πλέον είναι η επιβίωση του ασθενούς και όχι η διατήρηση της όρασης.
Συμπερασματικά, το μελάνωμα του χοριοειδούς είναι η πιο συχνή κακοήθεια του οφθαλμού. Είναι ομολογουμένως μια πολύ επικίνδυνη κατάσταση αλλά και ύπουλη, διότι, όπως προαναφέρθηκε, δεν προκαλεί συμπτώματα εξαρχής. Επειδή μάλιστα η διάγνωσή της είναι εύκολη και μια απλή βυθοσκόπηση σε μια οφθαλμολογική εξέταση ρουτίνας αρκεί για την ανίχνευση του προβλήματος, αναδεικνύεται και στην περίπτωση της πάθησης αυτής πόσο μεγάλη αξία έχουν τα οφθαλμολογικά τσεκάπ.